αμφίστομα

αμφίστομα
(amphistoma).Γένοςπλατυελμίνθων σκουληκιών της οικογένειας των αμφιστομιδών. Ζουν παρασιτικά επάνω στο συκώτι, τον εντερικό σωλήνα και το στομάχι διαφόρων σπονδυλωτών ζώων (κυρίως βοοειδών), αλλά μερικές φορές και του ανθρώπου, προκαλώντας την αμφιστομίαση, μια χαρακτηριστική μορφή εξασθένησης του οργανισμού. Έχουν μήκος έως 15 χιλιοστά και χρώμα ροζ. Στα δύο άκρα του σώματός τους φέρουν βεντούζες με διάφορες προεξοχές, για να κολλούν εύκολα επάνωστον ξενιστή. Υπάρχουν περίπου 25 είδη, από τα οποία σημαντικότερα είναι το α. το βδελλοειδές,το α. το γιγάντειο και το α. το ανθρώπειο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ἀμφίστομα — ἀμφίστομος with double mouth neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αμφίστομος — η, ο 1. αυτός που έχει δύο κόψεις, δίκοπος: Το ξίφος ήταν αμφίστομο. 2. (ζωολ.), το ουδ. στον πληθ. ως ουσ., αμφίστομα σκουλήκια που ζουν παρασιτικά στα έντερα του ανθρώπου και των ζώων. 3. (βοτ.), «αμφίστομος καυλός», στέλεχος φυτού που πιέστηκε …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”